Ένα συνηθισµένο απόγευµα κάθησαν και οι τρεις γύρω από το τραπέζι της κουζίνας.
Η Σάρλοτ πληκτρολόγησε µια ηλεκτρονική διεύθυνση και εκατοντάδες πολλά υποσχόµενοι υποψήφιοι πληµµύρισαν την οθόνη.
«Είναι ένα κατάστηµα µπαµπάδων», εξήγησε στα παιδιά της. «Διαλέξτε έναν».
Ο Γουίλ και η Τζόι πέρασαν αρκετή ώρα µπροστά από τις φωτογραφίες των ανδρών σε προσφορά, επικεντρώνοντας την προσοχή τους στο χαµόγελο και την καλοσύνη των µατιών τους.
Ο πατέρας τους είχε σκοτωθεί σε αεροπορικό δυστύχηµα όταν εκείνα ήταν ακόµη µωρά.
Η Σάρλοτ έκανε ό,τι καλύτερο µπορούσε για να καλύψει το κενό που άφησε πίσω του.
Κι έκανε τόσο καλή δουλειά που η Τζόι τη φώναζε «µαµπά» – κάτι µεταξύ µαµάς και µπαµπά.
Εστησε τη δική της επιχείρηση και µαζί µε την κόρη της και τον γιο της ζουν σ’ ένα αγροτόσπιτο στο Εσεξ, στο Βόρειο Λονδίνο.
Μπορεί να επισκευάσει κάθε ζηµιά στο σπίτι, αγαπά τα επικίνδυνα σπορ και η αδυναµία της είναι οι µηχανές υψηλού κυβισµού.
Με λίγα λόγια, εκτός από όµορφη, η Σάρλοτ είναι µια γυναίκα δυναµική.
Επειτα από µια δεκαετία όµως, τα παιδιά – και κυρίως ο Γουίλ – είχαν την ανάγκη µιας ανδρικής παρουσίας στο σπίτι.
«Χρειαζόµαστε έναν καινούργιο µπαµπά. Τι θα κάνεις;», είχε πει στη µητέρα του. Κάπως έτσι γεννήθηκε στη Σάρλοτ η ιδέα του Ιντερνετ και µάλιστα θεώρησε πως θα ήταν ενδιαφέρον να αφήσει τον πρώτο λόγο στα παιδιά της.
Έπαιξε ρόλο η µοτοσυκλέτα
Μετά από σοβαρή µελέτη, τα παιδιά σηκώθηκαν από το τραπέζι και ανακοίνωσαν στη µητέρα τους πως είχαν κάνει την επιλογή τους: «Αυτός είναι.
Ο άνδρας µε τη µηχανή». Το κράνος έκρυβε το πρόσωπό του. Τι ήταν λοιπόν αυτό που έκανε τον Γουίλ και την Τζόι να καταλήξουν σε αυτόν τον άνδρα; Όπως εξηγούν σήµερα στη δηµοσιογράφο των «Τάιµς», θεώρησαν ότι θα είναι ταιριαστό ζευγάρι, αφού µοιράζονταν την ίδια αγάπη για τις µοτοσυκλέτες.
Μπορεί αυτό να ήταν ένα ισχυρό κριτήριο για τα παιδιά, δεν ήταν όµως για τη Σάρλοτ, η οποία αποφάσισε τελικά να ρίξει κι εκείνη µια µατιά. Σε κάθε επιλογή της όµως, τα παιδιά έδιναν την ίδια απάντηση, σαν να έχουν πεισµώσει: «Τον άνδρα µε τη µηχανή».
Ύστερα από όλη αυτήν την πίεση, και παρόλο που ο υποψήφιος µηχανόβιος πατέρας αναζητούσε γυναίκα κοντά στα 30 – εκείνη ήταν τότε 41 – η Σάρλοτ πείστηκε να του στείλει e-mail.
Στην άλλη πλευρά του Λονδίνου, η 14χρονη Ρόουζ ανησυχούσε για τον 44χρονο πατέρα της, τον Γκάι Μπόλαµ, που είχε αποφασίσει να βρει την ιδανική γυναίκα µέσω Διαδικτύου. Οι γονείς της είχαν χωρίσει όταν ήταν πολύ µικρή και η µητέρα της είχε πρόσφατα ξαναπαντρευτεί. Κάποια στιγµή, ο Γκάι έλαβε e-mail από µια γυναίκα ονόµατι Σάρλοτ.
Το πρώτο σκίρτημα
Βγήκαν το πρώτο τους ραντεβού κι ένα ατύχηµα του Γκάι µε τη µηχανή, λίγες µέρες αργότερα, έκανε τη Σάρλοτ να συνειδητοποιήσει ότι τον έχει ερωτευθεί. Η συνέχεια ήταν τόσο απλή όσο την περιγράφει ο Γουίλ µε τον παιδικό γραφικό χαρακτήρα του στο γαµήλιο προσκλητήριο που φιλοτέχνησε ο ίδιος. «Βγήκαν το πρώτο ραντεβού, ερωτεύτηκαν, γνώρισαν ο ένας τα παιδιά του άλλου, ο Γκάι έκανε στη µαµά πρόταση γάµου. Και παντρεύτηκαν!».