Photo: B.Michael |
Εκοιμήθη, διαβάζω, ο Αυγουστίνος Καντιώτης. Ο δημοσιογραφικός λόγος όλο και πιο πολύ αποφεύγει να γράψει την κυριολεκτική λέξη: πέθανε.
Τα τελευταία χρόνια, παρασυρμένη από το lifestyle, όπου όλα πρέπει να είναι ευχάριστα, φωτεινά, χαρισάμενα, η δημοσιογραφία επέλεξε τον ευφημισμό «έφυγε».
Έφυγε, αλλά πού πήγε; Και γιατί δεν θα γυρίσει; Χρησιμοποιώντας ένα ρήμα συνώνυμο της αναγγελίας του θανάτου, οι δημοσιογράφοι αισθάνονται ανακούφιση: δεν λένε κυριολεκτικά το δυσάρεστο, το υπονοούν. Λες και η δημοσιογραφία ασχολείται με τη ζωή και με την ωμότητα των πραγμάτων όπως τα αθώα κόμικς του Ντίσνεϊ, όπου τίποτα δυσάρεστο και ιδίως τίποτα που να υπονοεί την απώλεια δεν πρέπει να διαταράσσει τις αφηγήσεις τους.Τα τελευταία χρόνια, παρασυρμένη από το lifestyle, όπου όλα πρέπει να είναι ευχάριστα, φωτεινά, χαρισάμενα, η δημοσιογραφία επέλεξε τον ευφημισμό «έφυγε».
Με τους ιερωμένους, είναι λίγο διαφορετικά. Η δημοσιογραφία, τα τελευταία χρόνια, εκχωρεί τον κοσμικό της χαρακτήρα και υιοθετεί την ορολογία της ιερατικής γλώσσας. Παραδίδεται δηλαδή αναφανδόν στην ορθόδοξη λατρεία πιστεύοντας ότι είναι η κυρίαρχη παράδοση την οποία πρέπει να υπηρετεί (ενώ, όπως ξέρουμε και το εμπεδώσαμε ακόμα περισσότερο την εποχή της κόντρας εκκλησίας-πολιτείας για τις ταυτότητες, έχουμε etat laique). Ο τεθνεώς της ορθοδοξίας κοιμάται, προφανώς για να ξυπνήσει φρέσκος και ζωηρός στη Δευτέρα Παρουσία, όταν θα έχει και την εξουσία.
Είτε υιοθετεί τους ευφημισμούς του lifestyle είτε την ιερατική γλώσσα, η δημοσιογραφία στην περίπτωση της περιγραφής των θανάτων εκχωρεί ένα μέρος του ρόλου της, που είναι η ακρίβεια της μαρτυρίας με καίριο και ρητό τρόπο. Ο δημοσιογράφος, όταν καταγράφει τις πληροφορίες, δεν μπορεί να είναι ούτε παρηγορητής ούτε αναχωρητής. Στην περιγραφή των γεγονότων της δημόσιας σφαίρας πρέπει να είναι, απλώς, ακριβής.
του Ηλία Κανέλλη protagon.gr