Περισσότερες δόσεις και χαμηλότερη προκαταβολή και συντελεστές για τον υπολογισμό του ποσού της περαίωσης ζήτησαν οι παραγωγικοί φορείς σε συνάντηση που είχαν με τον υπουργό Οικονομικών Γ.Παπακωνσταντίνου στο πλαίσιο τη διαβούλευσης για το σχέδιο της ρύθμισης των εκκρεμών φορολογικών υποθέσεων.
Οι παραγωγικοί φορείς ζήτησαν επίσης να αυξηθεί το
όριο των ακαθάριστων εσόδων των 20 εκατ. ευρώ που τίθεται για να υπαχθεί μία επιχείρηση στην περαίωση. Ζήτησαν ακόμη να διευκρινισθεί αν η περαίωση θα οδηγεί στη δυνατότητα καταστροφής των βιβλίων.
Το σχέδιο νόμου για την περαίωση, με τις όποιες αλλαγές γίνουν βάσει της διαβούλευσης, θα κατατεθεί την ερχόμενη εβδομάδα στη Βουλή, αφού προηγουμένως εγκριθεί από το Υπουργικό Συμβούλιο.
«Η περαίωση δεν είναι συγχωροχάρτι, ο συνεπής φορολογούμενος ούτε εκβιάζεται, ούτε υποχρεώνεται να υπαχθεί» τόνισε ο κ. Παπακωνσταντίνου κατά την έναρξη της διαβούλευσης.
Όπως διευκρίνισε ο υπουργός, η Γενική Γραμματεία Πληροφοριακών Συστημάτων θα αποστείλει τα ειδοποιητήρια περαίωσης στα οποία θα αναγράφεται ο φόρος που θα πρέπει να καταβάλλουν όσοι υπαχθούν για να κλείσουν τις υποθέσεις τους.
Παράλληλα κατέστησε σαφές ότι στο πλαίσιο του νομοσχεδίου για τις «δίκες εξπρές» που προωθείται σε συνεργασία με το υπουργείο Δικαιοσύνης, θα προβλέπεται αυτόφωρος διαδικασία για όποιους εντοπίζονται από το ΣΔΟΕ με μεγάλη φοροδιαφυγή.
«Βάζουμε γερά θεμέλια για να φτιάξουμε ένα νέο πλαίσιο φορολογικής συμμόρφωσης», τόνισε χαρακτηριστικά ο υπουργός σημειώνοντας ότι η περαίωση αποτελεί μια τελευταία ευκαιρία για ρύθμιση όλων των φορολογικών υποθέσεων παρελθόντων ετών και σηματοδοτεί το ξεκίνημα μιας νέας αρχής.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσιάστηκαν από τον κ. Παπακωνσταντίνου οι ανέλεγκτες χρήσεις φτάνουν τα 2,5 εκατομμύρια, στα δικαστήρια εκκρεμούν φορολογικές υποθέσεις 30 δισ. ευρώ, οι φορολογικές δίκες φτάνουν τις 150.000, ο χρόνος εκδίκασης αγγίζει τα 7 με 10 χρόνια μέχρι να τελεσιδικήσουν, 1,3 φορολογούμενοι έχουν ληξιπρόθεσμες οφειλές 30 δισ. ευρώ ενώ οι ελεγκτικοί μηχανισμοί μπορούν να ελέγξουν μόνο το 3% των φορολογικών υποθέσεων κάθε χρόνο.