Πώς θα µπορούσα να νιώσω λίγες στιγµές «ευτυχίας» µε 100 ευρώ στο χέρι; Αγοράζοντας κάτι που µου αρέσει ή ένα εισιτήριο για µια κυριακάτικη εξόρµηση στην εξοχή; Οι τελευταίες επιστηµονικές έρευνες δίνουν την απάντηση: «Επενδύστε στις εµπειρίες και λιγότερο στα αντικείµενα».
Η δηµοσιογράφος των «Times»Αννα Σέπαρντ εξέτασε το...
περιεχόµενο της ντουλάπας της. Κοίταξε τα ρούχα και τα παπούτσια. Ήταν αρκετά σε ποσότητα και σε καλή κατάσταση.
Σκέφθηκε πως σίγουρα θα µπορούσε να φορέσει τα ίδια ρούχα, και τον επόµενο χρόνο, χωρίς να χρειαστεί να εµπλουτίσει την γκαρνταρόµπα της µε το παραµικρό αξεσουάρ.
Έτσι λοιπόν, τα χρήµατα που υπό άλλες συνθήκες θα ξόδευε σε ρούχα ή καλλυντικά άρχισε να τα ξοδεύει σε «εκδροµές, τραπεζώµατα, εξόδους µε φίλους». Και όταν ο χρόνος πέρασε, µε τα ίδια ρούχα στην ντουλάπα και τα καλλυντικά στο µπάνιο σχεδόν τελειωµένα, «ένιωσα κάτι που είχα χρόνια να αισθανθώ.
Τα όσα έζησα, µου άφησαν µια γεύση βαθύτερης ευτυχίας που είχε διάρκεια εβδοµάδων ή και µηνών.
Ήταν ένα συναίσθηµα διαφορετικό από εκείνο που συνοδεύει την αγορά πραγµάτων, και το οποίο δυστυχώς αργόσβηνε από την εποµένη µέρα όταν χρεωνόταν η πιστωτική µου κάρτα». «Πράγµατι, αν και κανείς δεν µπορεί να αµφισβητήσει τη χαρά που νιώθει κάποιος µόλις αγοράσει ένα προϊόν που επιθυµεί, ίσως οι περισσότεροι θα συµφωνούσαν πως ένα τέτοιο συναίσθηµα είναι προσωρινό.
Καλύπτει µια παρορµητική ή µια αντικειµενική ανάγκη, ενώ το αίσθηµα της ικανοποίησης ή της ευτυχίας που προσφέρει δεν κρατά παρά µόνο λίγο καιρό», λέει στα «ΝΕΑ» η κ. Νίκη Ζαρκάδα που είναι ψυχολόγος στο Ινστιτούτο Ψυχικής και Σεξουαλικής Υγείας.
«Απεναντίας, για καταστάσεις που µένουν στη µνήµη µας, όπως, για παράδειγµα, η πενθήµερη εκδροµή στο σχολείο ή ένα ωραίο βράδυ παρέα µε καλούς φίλους, το συναίσθηµα της χαράς ή του ενθουσιασµού εύκολα µπορεί να το αναβιώσει κάποιος επαναφέροντας απλά στη µνήµη του αυτές τις στιγµές».
Η εξοµολόγηση της αγγλίδας δηµοσιογράφου έχει µια ευλογοφανή εξήγηση για την ψυχολόγο Ελίζαµπεθ Νταν από το Πανεπιστήµιο British Columbia στον Καναδά. «Οι εµπειρίες που ζούµε, τα πράγµατα που κάνουµε, τα κάνουµε συνήθως µε άλλους ανθρώπους. Και οι άλλοι άνθρωποι είναι η σπουδαιότερη πηγή ευτυχίας». Η κ. Νταν θεωρείται διαπρεπής επιστήµονας στο πεδίο της «Ψυχολογίας του καταναλωτή».
Η αίσθηση της ευτυχίας
Στην τελευταία της µελέτη, που δηµοσιεύτηκε στην Επιθεώρηση «Journal of Consumer Psychology», επισηµαίνει εµφατικά ότι ο τρόπος που ξοδεύουµε τα χρήµατά µας είναι τόσο σηµαντικός όσο και το πόσα χρήµατα έχουµε.
Και εφόσον αλλάξουµε τον τρόπο που διαχειριζόµαστε τα χρήµατά µας, δίνοντας έµφαση στο να κάνουµε πράγµατα αντί να αγοράζουµε πράγµατα, η αίσθηση της ευτυχίας θα είναι µεγαλύτερη. Πριν από µερικά χρόνια, οι ψυχολόγοι Λιφ Βαν Μπόβεν και Τόµας Γκίλοβιτς διενήργησαν µία έρευνα σε περισσότερους από 1.000 Αµερικανούς.
Τους ζήτησαν να θυµηθούν κάτι που αγόρασαν στο παρελθόν ή µια εµπειρία που διάλεξαν να ζήσουν µε σκοπό να αισθανθούν καλά και να νιώσουν ευτυχισµένοι.
Από το σύνολο των ανθρώπων που ρωτήθηκαν, µόνο το 34% ανέφερε πως βίωσε αισθήµατα αγαλλίασης επειδή αγόρασε κάποιο υλικό αγαθό. Το υλικό αγαθό ήταν συνήθως κάποιο ρούχο, κόσµηµα ή µια περίτεχνη ηλεκτρονική συσκευή, ενώ για το υπόλοιπο 66% των ερωτηθέντων, που βρήκε την ευτυχία σε βιωµατικές εµπειρίες, αυτές σχετίζονταν µε διακοπές, ταξίδι, ηµερήσιες εκδροµές, βραδινές εξόδους, καλλιτεχνικά δρώµενα.
∆ιάρκεια στον χρόνο
«Όσο και αν επιθυµούµε να αποκτήσουµε ένα ωραίο αντικείµενο, αυτό που ουσιαστικά µένει είναι η συναισθηµατική επαφή και η αλληλεπίδραση µε τους ανθρώπους. Μια επαφή ικανή να σε κάνει να βιώσεις συναισθήµατα και εµπειρίες µε διάρκεια στον χρόνο», συµπληρώνει η κ. Νίκη Ζαρκάδα.
«Ισως έτσι εξηγείται το γεγονός πως οι περισσότεροι από µας αναπολούν και χαίρονται περισσότερο βλέποντας παλιές φωτογραφίες, παρά ρούχα, παπούτσια, ή ένα αυτοκίνητο που κάποτε αγόρασαν».
Ο Γκρέγκορι Μπερνς, που είναι νευροεπιστήµονας στο Πανεπιστήµιο Emory στη Γεωργία των ΗΠΑ, υποστηρίζει ότι η προσµονή της απόκτησης ενός αγαθού είναι εκείνη που απελευθερώνει στον εγκέφαλο τη χηµική ουσία ντοπαµίνη που µας κάνει να αισθανόµαστε όµορφα και όχι αυτή καθαυτή η διαδικασία αγοράς του. «Η φούρια που νιώθουµε αρχίζει σιγά σιγά να εξανεµίζεται καθώς αποµακρυνόµαστε από το κατάστηµα».
ΠΗΓΗ: ΤΑ ΝΕΑ