Τινάζοντας τα ίχνη της άμμου από βαλίτσες και σακίδια, οι παραθεριστές ξαναγίνονται με βαριά καρδιά πολίτες, δημότες, ψηφοφόροι, φορολογούμενοι. Φεύγοντας όλοι είχαν το φόβο ότι ίσως αυτό να ήταν το τελευταίο ανέμελο ελληνικό Καλοκαίρι, αλλά είχαν μαζί και την ανάγκη να το ζήσουν, να ξεχαστούν, να αφεθούν. Δικαίως. Πόσο ζόρι να αντέξει κάποιος; Αλλά τη φυγή ακολουθεί πάντα η επιστροφή. Κι αυτή τη φορά η προσαρμογή είναι ακόμη πιο δύσκολη. Και γίνεται όλο και πιο μοναχική.
Τελευταία έχω την αίσθηση ότι μπορείς να δεις πολλών ειδών μοναξιές τριγύρω.
Τη μοναξιά του πολίτη, απέναντι σε ένα κράτος που υπήρξε πάντα ανεύθυνο, τις περισσότερες φορές σπάταλο και συχνά-πυκνά ανήθικο. Που αφαιρεί διαρκώς την προστασία και την πρόνοια και προσθέτει φόρους, βαφτίζοντάς τους «αλληλεγγύη»! Που ζητάει διαρκώς «θυσίες» για να φυσήξουν οι ούριοι άνεμοι του ΔΝΤ.
Τη μοναξιά του πολιτικού ή του βουλευτή, ο οποίος ξέρει πια ότι πουθενά δεν είναι ευπρόσδεκτος για παρέα, εκτός ίσως από τα τηλεπαράθυρα, στα οποία δεν κινδυνεύει από γιουχάισμα, όπως στους ανοιχτούς χώρους.
Τη μοναξιά του υποψήφιου δημοτικού άρχοντα, μπροστά στην παγερή αδιαφορία του μεγάλου ποσοστού των ψηφοφόρων, που διαπιστώνουν ότι ακόμη βασιλεύει το (βλαχο)δημαρχιλίκι και οι κανόνες του.
Τη μοναξιά των αρχηγών των κομμάτων, καθώς μοιάζουν όλο και πιο «μοιραίοι κι άβουλοι αντάμα» να προσμένουν κάποιο θαύμα. Εχοντας ο καθένας να βγάλει την άκρη με εσωτερικούς αντιπάλους, διαφορές που αν δεν προκαλούν εκνευρισμό στους πολίτες, προκαλούν βαθιά χασμουρητά για το πόσο αλλού είναι νυχτωμένοι οι ηγέτες.
Τη μοναξιά του άνεργου, αλλά και του εργαζόμενου, ο οποίος δεν ξέρει αν αύριο θα ακολουθήσει τον ίδιο δρόμο, σε δουλειές κακοπληρωμένες, με εργοδότες πια αχαλίνωτους από νόμους, σε εργασιακά περιβάλλοντα σιωπής (ποιός θα τολμήσει να έχει άποψη, όταν θα έχει να περάσει από το λογιστήριο;)
Τη μοναξιά του μικρομεσαίου επιχειρηματία, που μετράει μαγαζιά να κλείνουν, επιταγές να σφραγίζονται, Τράπεζες να αδιαφορούν, χρέη να αυξάνονται.
Τη μοναξιά των νέων πτυχιούχων, με μάστερ και ντοκτορά, που αφού κουράστηκαν να ψάχνουν στο cariera.gr, αρχίζουν να σκέφτονται τη μετανάστευση.
Να συνεχίσω; Δεν χρειάζεται! Μνημειώδης πια η μοναξιά στην μετά Μνημόνιο εποχή κι αν μάλιστα ακολουθήσει και Μνημόνιο Νο 2- όπως ψιθυρίζεται- αυτές οι «μοναχικές μοναξιές» αναμένεται να πάρουν τη μορφή εθνικής πανδημίας.
Δεν ξέρω αν υπάρχει αντίδοτο. Ξεμάθαμε στο «μαζί», χρόνια τώρα, και η λέξη «κοινωνική αλληλεγγύη» μας θυμίζει κάτι βαρεμένους επαγγελματίες συνδικαλιστές. Τα «οράματα» πάλι μας θυμίζουν κάτι ξεχασμένους στο χρόνο πολιτικάντηδες. Όσο για την «αισιοδοξία» την αγαπάμε πάντα κι ας έχει γίνει καραμέλα για να γλυκάνει κάπως αυτή την πικρή γεύση της αδυναμίας να αντιδράσουμε.
Πρέπει μάλλον να ξαναβρούμε το νόημα των λέξεων και των εννοιών, γιατί αυτές οι μοναξιές κάνουν διαρκώς μετάσταση στο κοινωνικό σώμα. Εκτός αν μετά από το τελευταίο ανέμελο Καλοκαίρι, και από αυτό το Φθινοπωρινό μπλουζ, περάσουμε σε μια Χειμερία νάρκη. Το μόνο που θα γλιτώσουμε είναι το πετρέλαιο, που θα έχει πάει στα ύψη…
της Γιούλας Ράπτη protagon.gr